Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

Τέλος εποχής: σφίγγουν τα λουριά για όλους!


Δεν ξέρω πόσο μεταρρυθμίσιμα είναι τα ελλαδικά πανεπιστήμια, το βέβαιο όμως είναι ότι κάθε υπουργός Παιδείας είναι υποχρεωμένος να μιλά για «μεταρρυθμίσεις» και, στο μέτρο που θέλει και μπορεί, να νομοθετεί «αλλαγές». Τα προβλήματα πιέζουν!

Οι δυσλειτουργίες των ΑΕΙ είναι κυρίως δύο τύπων: διοικητικές και συμπεριφορικές-νοοτροπιακές. Το υπουργείο Παιδείας (ο μεταρρυθμιστής) μπορεί να ρυθμίσει τον πρώτο τύπο και, μέσω αυτού, να επηρεάσει τον δεύτερο. Για να θεσμοποιηθεί μια αλλαγή, όμως, δεν αρκεί απλώς να νομοθετηθεί, αλλά να αποκτήσει την υπόσταση του αυτονόητου στη ζωή μις κοινότητας. Δεν είναι εύκολο.


Το πρόσφατο σχέδιο νόμου για τα ΑΕΙ είναι το πιο ρηξικέλευθο από αντίστοιχα του παρελθόντος. Τούτο διότι αλλάζει ριζικά τη δομή διακυβέρνησης των ιδρυμάτων, αποσκοπώντας στην καθιέρωση κινήτρων και κυρώσεων που θα οδηγήσουν σε διαφορετικές συμπεριφορές: καταργεί το «λαϊκοδημοκρατικό» μοντέλο διοίκησης και εισάγει το «διευθυντικό». Η αλλαγή είναι ιδιαίτερα συμβολική: συμβολίζει την υποχώρηση της λαϊκιστικής πλημμυρίδας της δεκαετίας του 1980, η οποία επέβαλλε τη συνδιοίκηση των δημοσίων οργανισμών.

Ως οργανισμός εντάσεως γνώσης, το πανεπιστήμιο διαπερνάται από μια ουσιώδη αντίφαση: από τη μια μεριά είναι μια οιονεί μη-ιεραρχική κοινότητα, στο μέτρο που η διασπορά της εξειδικευμένης γνώσης επιφέρει και τη διασπορά της ισχύος. Δεν έχει σημασία τι τυπική θέση κατέχεις, αλλά τι ξέρεις στο διαρκώς μεταβαλλόμενο επιστημονικό πεδίο σου. Από την άλλη, οι νεοφώτιστοι στην ακαδημαϊκή κοινότητα μυούνται στα «κριτήρια αριστείας» από τους παλαιότερους (και συνήθως ιεραρχικά ανώτερους). Μαθαίνεις να είσαι δάσκαλος, ερευνητής και φοιτητής ενός γνωστικού αντικειμένου, υπάγοντας τον εαυτό σου σε διυποκειμενικά «κριτήρια αριστείας» που καθιέρωσαν οι προγενέστεροι, με μεγαλύτερη γνώση και πείρα από σένα.

Για να λειτουργήσει καλά μια τέτοια κοινότητα είναι σημαντικό να διατηρείται η λεπτή ισορροπία ανάμεσα στον εξισωτισμό και την ιεραρχία, τη συμμετοχή και την επιβολή. Ο κίνδυνος σε ένα τέτοιο σύστημα είναι να καταστεί είτε υπερβολικά εξισωτικό και, τελικά, χυλώδες και αυτο-εξυπηρετικό, είτε υπερβολικά ιεραρχικό έως αυταρχικό. Πριν το 1982 τα ελλαδικά ΑΕΙ ήταν εκτεθειμένα στον δεύτερο κίνδυνο. Μετά το 1982 δεν απέφυγαν τον πρώτο. Σήμερα είναι ώριμες οι συνθήκες να ισορροπήσει το εκκρεμές.

Πως; Παρεμβαίνοντας στη δομή διακυβέρνησης των πανεπιστημίων, όπως επιχειρεί να κάνει ο νέος νόμος-πλαίσιο. Το «λαϊκοδημοκρατικό» μοντέλο διοίκησης ισοπέδωσε την έννοια της ιεραρχίας, παρέσχε χώρο παρέμβασης στα κόμματα, ενθάρρυνε τη συναλλαγή. Ceteris paribus, όταν χρειάζεσαι ψήφους για να εκλεγείς σε ένα πανεπιστημιακό αξίωμα, έχεις κίνητρα να αμβλύνεις την ελεγκτική σου λειτουργία. Η συναλλαγή ευνοεί την αναξιοκρατία, καλλιεργεί την αυτο-εξυπηρετική λογική και, ενίοτε, οδηγεί στη διαφθορά.

Είναι τυχαίο λ.χ. ότι συγκεκριμένη οικογένεια καθηγητών εξέλαβε το Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών σαν οικογενειακή επιχείρηση; Ότι, όπως έχει γράψει ο καθηγητής Χ. Μουτσόπουλος, στην Ιατρική Σχολή Αθηνών πάνω από τους μισούς καθηγητές έχουν προωθήσει σε ακαδημαϊκές θέσεις συγγενείς τους; Ότι Σύγκλητοι ενέκριναν παράνομες μετεγγραφές φοιτητών; Ότι πρώην πρυτανική ηγεσία του Παντείου καταδικάστηκε για οικονομικά εγκλήματα; Όχι, δεν είναι…

Με το διευθυντικό μοντέλο αποκαθίσταται, σε γενικές γραμμές, η θεσμική ισορροπία. Το Συμβούλιο, αν σχεδιαστεί σωστά, θα ασκεί σημαντική εποπτική λειτουργία, ο πρύτανης θα προσλαμβάνεται με προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού και θα λογοδοτεί στο Συμβούλιο, η Σύγκλητος θα ασχολείται με αμιγώς ακαδημαϊκά θέματα. Η «κοινότητα» και η «ιεραρχία» εξισορροπούνται καλύτερα. Οι προσλήψεις και ανελίξεις καθηγητών θα γίνονται από επιτροπές ειδικών με διεθνή συμμετοχή, η φοιτητική ιδιότητα θα διατηρείται υπό προϋποθέσεις, οι καθηγητές θα λογοδοτούν τακτικά για τις επιδόσεις τους, το άσυλο ανομίας ουσιαστικά καταργείται. Με λίγα λόγια, σφίγγουν τα λουριά – για όλους.

Αρκεί αυτό; Όχι. Πρώτον, το σχέδιο νόμου πάσχει από σχεδιαστικές αστοχίες (π.χ. αναφορικά με τη σύνθεση του Συμβουλίου, την εξέλιξη των επίκουρων καθηγητών, κλπ), οι οποίες πρέπει να διορθωθούν. Δεύτερον, απαιτούνται χρήματα, που αυτή τη στιγμή λείπουν. Τρίτον, για να θεσπισθεί η μεταρρύθμιση απαιτείται κυβερνητική σύμπνοια που δεν υπάρχει. Βουλευτές και υπουργοί του ΠΑΣΟΚ – άνθρωποι που χρησιμοποίησαν το πανεπιστήμιο σαν εφαλτήριο για πολιτική σταδιοδρομία -, αντιδρούν. Και τέταρτον, η αντιδραστική συμμαχία του καθηγητικού κατεστημένου και των φοιτητικών παρατάξεων δεν θα υποχωρήσει εύκολα. Αναπαράγοντας το ήθος της ανομίας που διαπερνά τη μεταπολιτευτική Ελλάδα, απειλεί ήδη με ανυπακοή.

Το είπε απροσχημάτιστα ο πρύτανης του ΑΠΘ κ.Μυλόπουλος: ο νέος νόμος «δεν θα εφαρμοστεί ποτέ σε δημόσια πανεπιστήμια». Το ύστατο επιχείρημα για την αλλαγή της δομής διακυβέρνησης των πανεπιστημίων είναι ακριβώς αυτό: να μη διοικούνται τα ΑΕΙ από ανθρώπους που δεν σέβονται τη νομιμότητα! Αμήν!

3 σχόλια:

Νίκος Χατζησάββας είπε...

Αγαπητέ κ. Τσούκα,

Συμφωνώ με τα τρία από τα τέσσερα σημεία που επισημαίνετε ως δυσκολίες: τις σχεδιαστικές αστοχίες, την έλλειψη κυβερνητικής σύμπνοιας και την ύπαρξη αντιδραστικής συμμαχίας. Ως προς τα χρήματα, θα ήθελα να παρατηρήσω ότι παρά την τεράστια μείωση της χρηματοδότησης στον τακτικό προϋπολογισμό των ιδρυμάτων, το κόστος ανά φοιτητή δεν έχει μειωθεί ιδιαίτερα. Αυτή τη στιγμή στα πανεπιστήμια, παρά τα όσα ανακριβώς αναφέρει παλαιότερο ψήφισμα της συνόδου των πρυτάνεων για "χρόνιες ελλείψεις σε ακαδημαϊκό, διοικητικό και τεχνικό προσωπικό", η αλήθεια είναι διαφορετική. Στα κεντρικά Πανεπιστήμια, ο αριθμός των μελών ΔΕΠ ανά τμήμα είναι πολύ μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο αριθμό στα τμήματα του εξωτερικού. Όσο για το διοικητικό αλλά και τεχνικό προσωπικό, αυτό (με λίγες εξαιρέσεις) σαφώς πλεονάζει ακόμη και σε περιφερειακά πανεπιστήμια. Θα ξέρετε πχ ότι στο ΕΜΠ διορίστηκαν αθρόα υπάλληλοι ΙΔΑΧ (ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου) επί κώστα καραμανλή, με αποτέλεσμα πχ στους Ναυπηγούς να υπάρχουν 5 μόνιμοι υπάλληλοι και 33(!) ΙΔΑΧ, πέραν των 6 ΕΤΕΠ και 4 ΕΕΔΙΠ (στοιχεία 2010). Μιλάμε για ένα Τμήμα με 70 εισακτέους. Σε άλλα Τμήματα, με πλήθος υπαλλήλων, όποτε χρειάζεται να γίνει οποιαδήποτε εργασία (από τη βοήθεια στο να γίνει ένα αρχείο Word για την αξιολόγηση μέχρι να κατεβούν οι κουρτίνες σε μια αίθουσα) η πιο συχνή απάντηση είναι: δεν είναι δική μου αρμοδιότητα. Αυτό, όταν πλήθος υπαλλήλων δεν έχει καμιά απολύτως αρμοδιότητα.

Από την άλλη πλευρά, βλέποντας τις υπογραφές προς υποστήριξη της μεταρρύθμισης διαπιστώνω ότι περιλαμβάνονται αρκετοί κυβερνητικοί παράγοντες, πράγμα που το θεωρώ ατυχές, αλλά και μια τουλάχιστον περίπτωση απίστευτης καθηγητικής αργομισθίας.

Χαρίδημος Τσούκας είπε...

Ευχαριστώ για το σχόλιο κ.Χατζησάββα. Δεν γνώριζα τα στοιχεία που παραθέτετε, τα οποία αδυνατίζουν περαιτέρω τα επιχειρήματα των πολέμιων του νέου νόμου. Η αντιδραστική συμμαχία των ΑΕΙ θα αντιδράσει έντονα, σε σημείο που προβληματίζομαι αν η κυβέρνηση θα ψηφίσει το νόμο ως έχει ή αν αυτός θα έχει την τύχη του παλαιού ν.815 (δηλ. δεν θα εφαρμοστεί). Εχω όλο και περισσότερο την εντύπωση ότι τα ελλαδικά ΑΕΙ είναι μη μεταρρυθμίσιμα, αν και εύχομαι φυσικά να κάνω λάθος.

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ωραία τα περιγράφετε κ. Τσούκα.
Το σημαντικότερο όμως συμπέρασμά σας κρύβεται στο σχόλιό σας και με βρίσκει απολύτως σύμφωνο. Το ελληνικό πανεπιστήμιο δεν θέλει να αλλάξει γιατί κανένα του κύτταρο δεν το θέλει: τα παλιά ΔΕΠ, τα καινούργια ΔΕΠ (που ακόμη και αν το ήθελαν αλλοτριώνονται προτού το πάρουν μυρωδιά) ή οι φοιτητές που μεγαλώνουν σε ένα σύστημα που τους διαστρέφει ήδη από το δημοτικό; Από πού να βγει η κρίσιμη μάζα όταν δεν υπάρχουν ούτε 2 πυρήνες; Ακόμη και ο πραγματικά αξιοθαύμαστος ερευνητικά και κλινικά κ. Μουτσόπουλος που αναφέρετε πως στηλιτεύει την οικογενειοκρατία, την μετριοκρατία και την αναξιοκρατία δεν μπόρεσε να κάνει την πλήρη ανατροπή (ούτε φαντάζομαι πως είναι και ο ίδιος απολύτως αμέτοχος ευνοιοκρατίας).
Δεν διαφέρει λοιπόν το ελλαδικό ΑΕΙ από την κάθε συντεχνία που δεν θέλει να χάσει τα κεκτημένα ανοίγοντας το κλειστό-ολιγοπωλιακό επάγγελμα. Από τα Πολυτεχνεία μέχρι τις Ιατρικές και τα Αρχαιολογικά συμβαίνουν τα ίδια. Απλώς επιβεβαιώνει τον πάτο που έχουμε πιάσει.