Κυριακή 31 Αυγούστου 2008

Οι παιδικοί μας φίλοι!


Δεν πρέπει να απορεί κανείς γιατί ο πρώην υπουργός Αιγαίου κ.Παυλίδης επιδεικνύει μειωμένη αίσθηση πολιτικής ευθιξίας, αρνούμενος να αποχωρήσει από την κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του μέχρις ότου εκδικασθεί η κακουργηματική δίωξη σε βάρος του διευθυντή του πολιτικού του γραφείου κ.Ζαχαρίου. Πολιτικά εύθικτος είναι αυτός για τον οποίο η ανάμιξη στην πολιτική συνιστά ευκαιρία για προσφορά στα κοινά, και κατά συνέπεια, δεν ανέχεται ούτε την παραμικρή κηλίδα στο όνομά του, αφού κάτι τέτοιο μειώνει το πολιτικό κεφάλαιό του και, άρα, την πειθώ του λόγου του – το ισχυρότερο όπλο του πολιτικού. Όποιος προτάσσει την προστασία της κουμπαριάς ή της παιδικής φιλίας έναντι της προστασίας της πολιτικής υπόληψής του, συγχέει τα εμπρόσωπα κριτήρια που διέπουν την ιδιωτική σφαίρα με τις αφηρημένες αρχές της δημόσιας σφαίρας.

Όταν το Μάιο 2007 οι καταγγελίες του εφοπλιστή Μανούση για δωροδοκία του κ.Ζαχαρίου έφθασαν στο πρωθυπουργικό γραφείο, ο κ.Ζαχαρίου παραιτήθηκε από τη θέση του για να επαναπροσληφθεί από τον κ.Παυλίδη ως ειδικός σύμβουλος! Ακόμη πιο ενδιαφέρουσα από αυτή την ασυνήθιστη πράξη είναι η αιτιολόγησή της από τον κ.Παυλίδη: «Στα νησάκια μας, εμάθαμεν πως τον συνεργάτη σου, όταν μάλιστα είναι και παιδικός φίλος σου, δεν τον απαρνιέσαι αβασάνιστα, με ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται για σένα».

Προσέξτε πόσο αποκαλυπτική είναι αυτή η δήλωση. Επικαλείται ο κ.Παυλίδης τοπικά ήθη, μιμούμενος μάλιστα και νησιώτικη σύνταξη («εμάθαμεν») για να γίνει πιο αυθεντικός, προκειμένου να δικαιολογήσει μια πολιτική επιλογή. Για την ακρίβεια, θεωρεί την προστασία του συνεργάτη του πιο σημαντική από την προστασία του πολιτικού κεφαλαίου του και, άρα, από την πειστικότητα με την οποία εκπροσωπεί τους εκλογείς του. Η παιδική (και γι αυτό άδολη) φιλία, ιδιαίτερα αυτή που αναπτύσσεται σε μικρά, υποτίθεται πιο αγνά, μέρη («στα νησάκια μας»), αντιδιαστέλλεται σιωπηρά στις εργαλειακές πολιτικές σχέσεις που υποτίθεται ότι αναπτύσσονται στην κεντρική πολιτική σκηνή. Η αφηρημένη εμπιστοσύνη που πρέπει να απολαμβάνει ο εκπρόσωπος (άγνωστων εν πολλοίς σε αυτόν) πολιτών – το άλφα και το ωμέγα κάθε σχέσης αντιπροσώπευσης στην αφηρημένη δημόσια σφαίρα – θεωρείται υποδεέστερη της αφοσίωσης που πρέπει να επιδεικνύει σε, και με την οποία πρέπει να περιβάλλεται από, συγκεκριμένους άλλους. Η «ανατολίτικη» συμπάθεια υπερτερεί της «δυτικής» αποστασιοποίησης.

Αν η πολιτική είναι, συν τοις άλλοις, η τέχνη των συμβολικών κινήσεων στην αφηρημένη δημόσια σφαίρα (π.χ. πράξεις παραίτησης), πρόκειται για μια τέχνη που στην Ελλάδα δεν ασκείται επαρκώς. Η πολιτική θα εξακολουθεί να ασθενεί στη χώρα μας στο μέτρο που η ά-λογη νοοτροπία των «κολλητών» - όχι οι έλλογες σχέσεις των πολιτών στον αφηρημένο χώρο της «πόλεως» - θα ορίζει τον ορίζοντα της συλλογικής μας συνείδησης.

Πέμπτη 28 Αυγούστου 2008

Δικαστική αυστηρότητα και εμπιστοσύνη




Ο αποτροπιασμός που προκάλεσε η δολοφονία του νεαρού Αυστραλού Ντουζόν Ζαμίτ από μπράβους ενός μπαρ της Μυκόνου, οδήγησε τόσο τον πατέρα του δολοφονηθέντος, όσο και έγκριτους σχολιαστές, να διατυπώσουν με αγανάκτηση την απορία γιατί δεν προφυλακίσθηκαν και οι τέσσερις ύποπτοι δράστες που εξέτασε η εισαγγελέας (βλέπε το άρθρο της Μαρίας Κατσουνάκη στην «Καθημερινή», 5/8/2008).

Η αυθόρμητη αυτή αγανάκτηση συνοψίζει το ανεπεξέργαστο λαϊκό αίσθημα: «οι (φερόμενοι ως) δράστες μιας δολοφονίας πρέπει να στέλνονται κατ’ ευθείαν στη φυλακή». Ωστόσο, ο νόμος για την προφυλάκιση υπόπτων δεν συσχετίζει τη βαρύτητα της ποινικά ελεγκτέας πράξης με την προσωρινή κράτηση. Η προφυλάκιση δεν συνιστά προκαταβολική τιμωρία, αλλά ένα ακραίο μέτρο που λαμβάνεται όταν κανένα άλλο δεν θεωρείται ικανό να αντιμετωπίσει την πιθανή φυγή ή την επικινδυνότητα του κατηγορουμένου.

Δεν ξέρω αν οι τρεις ύποπτοι για τη δολοφονία του Ντουζόν Ζαμίτ έπρεπε να προφυλακισθούν ή όχι. Εκείνο που ξέρω είναι ότι, όπως εύστοχα ανέλυσε στην «Καθημερινή» (12/8/2008) ο βουλευτής κ.Απόστολος Σταύρου, ο ένας στους τέσσερις κρατούμενους στις ελληνικές φυλακές είναι προφυλακισμένος, δηλαδή κρατούμενος που αναμένει τη δίκη του. Ενώ ο μέσος χρόνος προφυλάκισης στην ΕΕ είναι 167 ημέρες, στην Ελλάδα είναι 365 ημέρες! Είμαστε η χώρα με τις περισσότερες και μακρύτερες προφυλακίσεις στην ΕΕ.

Τι συμβαίνει; Γιατί αυτή η υπέρμετρη αυστηρότητα; Η εξήγηση είναι μάλλον απλή. Η αυστηρότητα συνιστά μια ορθολογική επιλογή των δικαστών στο ευρύτερο περιβάλλον που ασκούν το λειτούργημά τους. Φυσικά ζημιωνόμαστε όλοι από μια τέτοια επιλογή, αφού η δικαστική «μεσότητα» χάνεται, αλλά αυτό είναι το τίμημα που καταβάλλουμε ζώντας στην Ελλάδα: η θεσμική μας οργάνωση και λειτουργία παράγουν συστηματικώς ανορθολογικά αποτελέσματα για τους πολίτες. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί.

Σκεφτείτε λίγο. Είστε ένας δικαστικός λειτουργός με εκατοντάδες εκκρεμείς υποθέσεις, σε μια υποστελεχωμένη υπηρεσία, σε μια δικομανή χώρα με υστερικά ΜΜΕ, οι θεσμοί της οποίας, για ιστορικούς λόγους, περιβάλλονται με χαμηλή εμπιστοσύνη. Για πολλούς μήνες οι λίγοι επίορκοι συνάδελφοί σας που αποτελούσαν το «παραδικαστικό κύκλωμα» έδωσαν λαβή να δημιουργηθεί από τα χαιρέκακα ΜΜΕ ένας απίστευτος μιντιακός θόρυβος, ο οποίος δημιούργησε αρνητικές εντυπώσεις και κλόνισε την εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη. Μερικοί επικεφαλής της Δικαιοσύνης κάνουν ότι μπορούν για να υπογραμμίσουν την έλλειψη ανεξαρτησίας από την κυβέρνηση, γεγονός που υποσκάπτει το κύρος του θεσμού. Λειτουργείτε σε ένα σύστημα απονομής δικαιοσύνης το οποίο συχνότατα καλείται να αποφασίσει για θέματα τεράστιου πολιτικού και επιχειρηματικού ενδιαφέροντος: από τις δωροδοκίες της Ζήμενς σε πολιτικούς και κόμματα, τις προσφυγές εταιριών κατά ανταγωνιστών τους για κρατικές προμήθειες, τα ποικίλα σκάνδαλα της «γαλάζιας» ή, παλαιότερα, «πράσινης» νομενκλατούρας, μέχρι μείζονες επιχειρηματικές επιλογές των ΔΕΚΟ. Οι συλλογικές αποφάσεις σας, αναπόφευκτα, εμπλέκονται βαθιά στη δίνη της καθημερινής πολιτικής σύγκρουσης, με αποτέλεσμα να αμφισβητούνται και, συνακόλουθα, η εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη να υποσκάπτεται. Αυτό είναι το ευρύτερο περιβάλλον στο οποίο εργάζεσθε.

Όλα τα επαγγέλματα που ασκούν ερμηνεία βασίζονται στην κρίση των λειτουργών τους. Για να ασκηθεί η κρίση με φρόνηση απαιτείται ένα περιβάλλον εμπιστοσύνης, διαφορετικά ο κρίνων φροντίζει περισσότερο να απαλλαγεί από τυχόν ευθύνες που θα προκύψουν σε περίπτωση που αμφισβητηθεί η ορθότητα της κρίσης του, παρά να συγκεράσει δημιουργικά γενικές αρχές και συγκεκριμένα, κάθε φορά, περιστατικά. Η ερμηνευτική πράξη συνιστά πάντοτε ένα ρίσκο• το αναλαμβάνει κανείς όταν νοιώθει ότι δεν αμφισβητείται. Όταν ο γιατρός φοβάται ότι η επιστημονική κρίση του θα διασυρθεί στα ΜΜΕ και ίσως καταλήξει στα δικαστήρια, ασκεί αμυντική ιατρική – υπάγει τα ιδιόμορφα προβλήματα των ασθενών του σε γενικές ιατρικές κατηγορίες χωρίς να διακινδυνεύει σύνθετες ερμηνείες που εμπεριέχουν αβεβαιότητα και ρίσκο. Από την αμυντική ιατρική αυτός που, τελικά, χάνει είναι ο ασθενής.

Όταν οι δικαστικοί λειτουργοί νοιώθουν ότι συστηματικά αμφισβητούνται, τείνουν να λειτουργούν αμυντικά: το ενδιαφέρον τους μετατοπίζεται από τα δεδομένα των υποθέσεων που χειρίζονται στον αντίκτυπο των αποφάσεών τους. Ενώ, υπό κανονικές συνθήκες, η εμπιστοσύνη είναι σιωπηρή προϋπόθεση για να ασκηθεί με φρόνηση η κρίση των δικαστικών λειτουργών, σε συνθήκες πολιτικής πόλωσης, δημοσιογραφικής απονομιμοποίησης και κοινωνικής προκατάληψης, η δικαστική απόφαση καλείται κυρίως να αποσπάσει εμπιστοσύνη. Πιο απλά, αν η κοινωνία, όπως έχει ντοπαριστεί από τα ΜΜΕ και γαλουχηθεί από τα κόμματα, αμφιβάλλει για την ακεραιότητα των αποφάσεών σου ως δικαστή, τότε οι αποφάσεις σου μεταποιούνται σε μέσον για να κερδίσεις την κοινωνική αποδοχή, δηλαδή να αποδείξεις ότι είσαι αυτό που οι άλλοι, και όχι η έννομη τάξη, θέλουν να είσαι - άρα γίνεσαι αυστηρότερος απ’ ότι θάπρεπε.

Ιδού ο φαύλος κύκλος: όσο η κοινωνία «εκπαιδεύεται» να μην εμπιστεύεται τη Δικαιοσύνη, τόσο η τελευταία γίνεται πιο αυστηρή για να κερδίσει την εμπιστοσύνη της κοινωνίας. Το αποτέλεσμα είναι επώδυνο για τους πολίτες σε ένα κράτος δικαίου, αφού η δικαιοσύνη ως συλλογικό αγαθό υπονομεύεται.

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2008

Οι μαύροι κύκνοι


Στη συνέντευξη του καθηγητή Θάνου Βερέμη, Προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας, στην «Καθημερινή» (10/7/2008), στον υποδειγματικής πνευματικής ανεξαρτησίας και σύγχρονου προοδευτικού στίγματος λόγο του, εμφιλοχώρησε μια ανακρίβεια. Ο πρόεδρος του ΕΣΥΠ ανέφερε ότι «πουθενά στην Ευρώπη, στις χώρες με σημαντικό επίπεδο Ανώτατης Εκπαίδευσης, δεν υπάρχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια. Μόνο το κράτος μπορεί να συντηρήσει μια π.χ. Ιατρική». Ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι ακριβής. Ιδού τρία (από πολλά) παραδείγματα.

1. Στην Ιταλία, το καλύτερο ερευνητικό πανεπιστήμιο οικονομικών και κοινωνικών επιστημών είναι το ιδιωτικό Πανεπιστήμιο Μποκόνι. Ιδρύθηκε το 1902 από τον πλούσιο έμπορο Φερδινάδο Μποκόνι στη μνήμη του γιου του Λουίτζι. Η ιδρυτική φιλοσοφία του πανεπιστημίου διαπερνάται από την έμφαση στον «λιμπεραλισμό, τον πλουραλισμό και την κοινωνική πρόοδο». Το Μποκόνι είναι, κατά κοινή ομολογία, το LSE της Ιταλίας. Η Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων κατατάχθηκε από τους Financial Times το 2008 η 5η καλύτερη στην Ευρώπη και η 15η στον κόσμο.

2. Στην Ισπανία, ένα από τα καλύτερα ερευνητικά πανεπιστήμια είναι το ιδιωτικό Πανεπιστήμιο της Ναβάρρα. Ιδρύθηκε το 1952 από τον Josemaría Escrivá de Balaguer, υιοθετώνtας μια ανθρωπιστική, εμπνεόμενη από τον καθολικό χριστιανισμό, φιλοσοφία. Το Πανεπιστήμιο της Ναβάρα θεραπεύει όλες τις επιστήμες, συμπεριλαμβανομένης της Ιατρικής.

3. Στη Γερμανία, ένα πρόσφατο καλό, ιδιωτικό πανεπιστήμιο κοινωνικών-οικονομικών επιστημών και επιστημών μηχανικής είναι το Γιάκομπς Πανεπιστήμιο της Βρέμης. Ιδρύθηκε το 1999 με την ονομασία Διεθνές Πανεπιστήμιο της Βρέμης. Το 2000 πήρε τη σημερινή ονομασία του, μετά τη δωρεά 200 εκατομμυρίων ευρώ από το Ίδρυμα Γιάκομπς - τη μεγαλύτερη ιδιωτική εκπαιδευτική δωρεά που έγινε στην Ευρώπη.

Ο κύριος όγκος της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στην Ευρώπη (και την Αμερική) παρέχεται, ορθά, από κρατικά πανεπιστήμια χωρίς, ωστόσο, να εμποδίζεται η δημιουργία ιδιωτικών. Τα περισσότερα ιδιωτικά πανεπιστήμια ποιότητος στην Ευρώπη (και την Αμερική) είναι μη κερδοσκοπικά. Δεν είναι «ιδιωτικά» με την έννοια ότι ανήκουν σε κάποιο ιδιώτη, αλλά με την έννοια ότι ιδρύθηκαν από ιδιωτικούς φορείς και λειτουργούν ως μη κερδοσκοπικά ιδρύματα.

Όπως, σύμφωνα με τον Καρλ Πόππερ, αρκεί να βρεθεί ένας μαύρος κύκνος για να διαψευσθεί η δήλωση «όλοι οι κύκνοι είναι λευκοί», αρκεί να βρεθεί τουλάχιστον ένα καλό ιδιωτικό πανεπιστήμιο για να διαψευσθεί η δήλωση «πουθενά στην Ευρώπη [...] δεν υπάρχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια». Το γενικότερο ερώτημα αν πρέπει να επιτραπεί η λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα είναι τόσο αναχρονιστικό, όσο το ερώτημα αν το θρήσκευμα πρέπει να αναγράφεται στις αστυνομικές ταυτότητες. Για την Ευρώπη αυτά είναι μη θέματα. Έχουμε την ιστορική ατυχία να είμαστε οι μόνοι που τα συζητούμε…

Τρίτη 19 Αυγούστου 2008

Ο βολικός στόχος και οι μπράβοι


Φαντάζεστε να είχε σκοτωθεί ο Αυστραλός νεαρός Ντουσόν Ζαμίτ όχι από μπράβους της νυχτερινής ζωής της Μυκόνου, αλλά από αστυνομικούς, κατά λάθος, στη διάρκεια συμπλοκής; Η αγανάκτηση θα ήταν τεράστια. Τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων θα το φιλοξενούσαν ως το κύριο θέμα για μέρες. Τα λεγόμενα δελτία ειδήσεων των οκτώ θα έβρισκαν επιτέλους ένα εγχώριο θέμα να διασκεδάσουν την ειδησεογραφική ξηρασία του Αυγούστου. Η αντιπολίτευση θα έκανε εμπρηστικές δηλώσεις. Με λίγα λόγια, θα είχε δημιουργηθεί μείζων πολιτικό θέμα.


Η δολοφονία του Ντουσόν Ζαμίτ αναφέρθηκε ως επί το πλείστον στις εσωτερικές σελίδες των εφημερίδων και, αν και σχολιάσθηκε από τα ΜΜΕ, δεν κράτησε για πολύ το ενδιαφέρον τους. Έγιναν μερικά γενικά ρεπορτάζ για τους μπράβους της νύχτας, αλλά μεγαλύτερη εντύπωση προκάλεσε η δωρεά των οργάνων του δολοφονηθέντος νεαρού από τον πατέρα του, παρά η ίδια η πράξη της δολοφονίας του και οι συμβολισμοί της. Ιδωμένη ως πολιτικο-μιντιακό γεγονός και, συνεκδοχικά, ως ένδειξη των αντιδράσεων της κοινής γνώμης, η βάρβαρη δολοφονία του νεαρού Αυστραλού, ήταν σαφώς μικρότερης απήχησης από τον άγριο ξυλοδαρμό Κύπριου φοιτητή από αστυνομικούς στη Θεσσαλονίκη πέρυσι. Δεν είναι τυχαίο.

Η αγανάκτησή μας με τα λάθη της Αστυνομίας και τις πολλές ανεπάρκειες τους κράτους είναι πολύ μεγαλύτερη από την αγανάκτηση που νοιώθουμε για την αυθαίρετη άσκηση ιδιωτικής εξουσίας. Σε κάποιο βαθμό αυτή η ανισορροπία δικαιολογείται. Το κράτος είναι ο ισχυρότερος «παίκτης» στις νεωτερικές κοινωνίες· έχουμε λόγους να είμαστε αυστηροί απέναντί του· από το κράτος αναμένουμε την προστασία βασικών συλλογικών αγαθών, όπως είναι η ασφάλεια της ζωής και η προστασία της έννομης τάξης· οι διαχειριστές του κράτους, τέλος, λογοδοτούν στη δημόσια σφαίρα για τις πράξεις τους.

Οι αντιδράσεις μας, όμως, συχνά στερούνται μέτρου, κι αυτό παρουσιάζει κοινωνιολογικό και ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον. Ακόμα κι όταν ανεύθυνοι εποχούμενοι εγκλωβίζονται στις εθνικές οδούς από το χιονιά, παρά τις σχετικές προειδοποιήσεις, η ενστικτώδης αντίδρασή μας είναι: «τι κάνει το κράτος;». Η σχέση του νεοέλληνα με το κράτος είναι σχιζοφρενική. Από τη μια το ηδονίζεται να το επικρίνει, διεκτραγωδεί τις ενέργειές του, και προσπαθεί να αποφύγει τους περιορισμούς που του επιβάλλει, ενώ, από την άλλη, επιζητεί την εργασιακή ασφάλεια που του παρέχει και ζητά την παρουσία του. Το κράτος είναι συγχρόνως αντικείμενο πόθου και μίσους. Ο κρατισμός ως συλλογική νοοτροπία συνυπάρχει με την ατομικιστική ελευθεριότητα του νεοέλληνα.

Το σημαντικότερο είναι ότι στο μέτρο που το κράτος αποτελεί τον αποδιοπομπαίο τράγο της νεοελληνικής κοινωνίας, μας εμποδίζει αφενός μεν να θέτουμε στο μικροσκόπιο την αυθαίρετη άσκηση ιδιωτικής εξουσίας, αφετέρου δε να εξετάζουμε αυτοκριτικά τις δικές μας ευθύνες για τα δεινά του δημόσιου βίου. Οι μπράβοι της Μυκόνου, οι παρκαδόροι των νυχτερινών κέντρων της Αθήνας, οι οδηγοί πλουσίων αφεντικών που διεκδικούν την προτεραιότητα υπουργικών αυτοκινήτων στους δρόμους της πρωτεύουσας, και οι γιατροί που παρακάμπτουν τις ουρές στα νοσοκομεία του ΕΣΥ για να εξυπηρετήσουν τους ιδιωτικούς ασθενείς τους, ασκούν, με το δικό τους τρόπο ο καθένας, ιδιωτική εξουσία ανεξέλεγκτα. Δεν τους ανατέθηκε συντεταγμένα η συγκεκριμένη εξουσία, ούτε λογοδοτούν γι αυτήν σε κάποια υπερκείμενη, νομιμοποιημένη κοινότητα.

Στη δημοκρατία έχουμε αναθέσει το μονοπώλιο της βίας, υπό αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις, σε αρμόδια κρατικά όργανα, τα οποία τυπικά λογοδοτούν (έστω ατελώς) στους εκλεγμένους αντιπροσώπους μας για τις πράξεις τους. Ο μπράβος της Μυκόνου που ξυλοκοπάει έναν νεαρό είναι πολύ χειρότερος από τον αστυνομικό που κάνει παρόμοια κατάχρηση εξουσίας: πρώτον γιατί ασκεί εξουσία που δεν του δόθηκε· δεύτερον γιατί η εξουσία του ασκείται συνήθως εν κρυπτώ, και πάντως εκτός της δημόσιας σφαίρας· και τρίτον γιατί οι όροι άσκησης της ιδιωτικής εξουσίας, στο μέτρο που είναι αυθαίρετοι, δεν είναι συντεταγμένα αναθεωρήσιμοι.

Όταν το ενδιαφέρον μας υστερικά επικεντρώνεται στην κρατική εξουσία, η ιδιωτική εξουσία απολαμβάνει τα αυθαίρετα προνόμιά της, τα οποία έρχονται στην επιφάνεια μόνο σποραδικά, μετά από ακραία γεγονότα, όπως η δολοφονία, το μοιραίο ιατρικό λάθος ή το θανατηφόρο ατύχημα. Στη νεοελληνική συνείδηση η έμμονη στοχοποίηση της κρατικής ανεπάρκειας παρέχει ένα βολικό πέπλο συγκάλυψης κάθε αυθαίρετης ιδιωτικής εξουσίας.

Υπουργός Οικονομικών;


Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ευφυΐα για να απαντηθούν μερικές απλές ερωτήσεις κοινής λογικής, όπως: τι κάνει ένας δάσκαλος, ένας γιατρός, ή ένας δημοσιογράφος. Δεν απαιτείται πολύ συζήτηση για να καταλήξουμε ότι ο δάσκαλος πρωτίστως διδάσκει, ο γιατρός πάνω απ’ όλα θεραπεύει, ο δημοσιογράφος ενημερώνει.


Τι κάνει, κατ’ αναλογία, ένας υπουργός Οικονομικών - ο ταμίας του κράτους; Ακόμα κι όσοι, νεοφιλελεύθερων προδιαγραφών, θεωρούν τον υπουργό Οικονομικών ως απλώς τον «νυχτοφύλακα» της οικονομίας, ακόμη και όσοι, παλαιοαριστερών ή νεοσυντηρητικών καταβολών, βλέπουν τον υπουργό Οικονομικών ως ένα απλό εξάρτημα της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών, ένα πράγμα δεν μπορούν να αρνηθούν: το κύριο έργο του υπουργού Οικονομικών, ο πυρήνας της δουλειάς του χωρίς τον οποίο ο ρόλος στερείται νοήματος, είναι η είσπραξη εσόδων και η αποτελεσματική διαχείριση δαπανών.


Φανταστείτε, λοιπόν, έναν υπουργό Οικονομικών ο οποίος φλεγματικά ανακοινώνει ότι «πιάσαμε πάτο στα δημόσια έσοδα». Είναι σα να ακούτε τον διευθυντή πωλήσεων να ανακοινώνει στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρίας του ότι «οι πωλήσεις πιάσανε πάτο» ή τον διευθυντή οικονομικών να παρατηρεί ότι «δεν μπορεί να εγγυηθεί την εκτέλεση του προϋπολογισμού»! Νάστε σίγουροι ότι ένας τέτοιο στέλεχος δεν θα μπορούσε να σταθεί ούτε μια μέρα στη θέση του. Τέτοιες δηλώσεις ισοδυναμούν με ομολογία αποτυχίας και επιφέρουν είτε την παραίτηση, είτε την απόλυση. Σε εξορθολογισμένα περιβάλλοντα, τα λόγια δεν είναι μόνο λόγια.


Τι άλλο θα πρέπει να ομολογήσει ο υπουργός Οικονομικών κ.Αλογοσκούφης για να θεωρηθεί ότι απέτυχε στην κύρια δουλειά του; Μήπως το αρνητικό ρεκόρ της χώρας στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων; Την πτώση της εθνικής ανταγωνιστικότητας; Την απίστευτη ακρίβεια; Το μεγαλύτερο πληθωρισμό και το μεγαλύτερο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών στην ευρωζώνη; Το σκάνδαλο με τα ομόλογα;

Το πιο εντυπωσιακό ίσως να μην είναι η ομολογία του υπουργού, όσο η απουσία συνεπειών μετά από μια τέτοια ομολογία: «πιάσαμε πάτο στα δημόσια έσοδα». Ο πρωθυπουργός δεν του έδειξε την πόρτα εξόδου. Η άσκηση του υπουργικού ρόλου στην Ελλάδα δεν συνοδεύεται με προσδοκίες επίδοσης και αντίστοιχες συνέπειες. Εδώ τα λόγια είναι σαν τα ανέκδοτα – τα λέμε για να περνάει η ώρα!


Οι αριθμοί όμως είναι αμείλικτοι. Το επτάμηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2008 τα έσοδα αυξήθηκαν μόνο 6,7%, έναντι στόχου 12,1%. Οι εισπράξεις του ΦΠΑ υστερούν παρά την αύξηση του συντελεστή κατά 1%. Ποιος θα πληρώσει την τρύπα των 1,5 δισ. ευρώ που προκύπτει; Τι κάνατε κ.υπουργέ Οικονομικών για να περιστείλετε το διαβόητο «σπάταλο κράτος»; Τι μέτρα πήρατε για να ενισχύσετε τις φοροεισπρακτικές υπηρεσίες; Τι μέτρα λάβατε για να περιορίσετε την απίστευτη φοροδιαφυγή, το ύψος της οποίας τώρα, δίχως αίσθηση γελοιοποίησης, διεκτραγωδείτε; Αν ενθυμείσθε κύριε υπουργέ κυβερνάτε….

Δευτέρα 11 Αυγούστου 2008

Ηθική εθελοτυφλία


«Δεν μπορούμε να είμαστε φρόνιμοι αν δεν είμαστε αγαθοί»

Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, 1144α37

«Τι μπορεί να συμβάλλει στην πρόοδο της ελληνικής κοινωνίας;», ρωτά ημισέλιδη διαφήμιση της Ζήμενς Ελλάς τον περασμένο Φεβρουάριο, εν μέσω συγκλονιστικών αποκαλύψεων σχετικά με τη χρησιμοποίηση «μαύρων ταμείων» της εταιρίας για τη δωροδοκία πολιτικών, στελεχών κρατικών οργανισμών, και κομμάτων στην Ελλάδα, τουλάχιστον τα τελευταία δέκα χρόνια. «Η Siemens απαντάει: Η ανθρωποκεντρική ανάπτυξη», συνεχίζει η διαφήμιση, παραθέτοντας διάφορα στοιχεία: «Στην Ελλάδα, εδώ και 108 χρόνια, με 3100 εργαζόμενους, 400,5 εκατομμύρια ευρώ εγχώρια προστιθέμενη αξία και δεκάδες μεγάλα έργα, η Siemens έχει απαντήσει σε χιλιάδες ζωτικά ερωτήματα, κάνοντας την αποστολή της για μια καλύτερη ζωή, πραγματικότητα».

Προσέξτε ότι η «ανθρωποκεντρική ανάπτυξη» προσδιορίζεται αποκλειστικώς ποσοτικά, αν και η ποιοτική αναφορά σε μια «καλύτερη ζωή» είναι αναπόφευκτη. Η αποδεδειγμένη, πλέον, ηθική κατάπτωση της εταιρίας, αποσιωπάται εντελώς. Η Ζήμενς Ελλάς μιλάει για τα οικονομικά επιτεύγματά της, λες και οι αποκαλύψεις για το «μαύρο» πολιτικό χρήμα που διοχέτευε δεν την αφορούν. Η αποσιώπηση του ηθικού ελλείμματος ενός οργανισμού συνιστά έναν τρόπο αντιμετώπισης μια ηθικής κρίσης. Δεν είναι ο μόνος.

Ένας δεύτερος τρόπος είναι η άρνηση. Όταν δεν υπάρχουν αποδεικτικώς επαρκή στοιχεία που να τον ενοχοποιούν, ο οργανισμός προβάλλει στεντορείως την αθωότητά του, επιρρίπτοντας συγχρόνως ευθύνες στους αντιπάλους του, τους οποίους καταγγέλλει για σκευωρία. Αυτή είναι η τακτική της «Νέας Δημοκρατίας», η οποία, παρά τις αποκαλύψεις στελεχών της Ζήμενς, αρνείται ότι χρηματοδοτήθηκε με «μαύρο» χρήμα, τόσο από τη Ζήμενς, όσο και από άλλες εταιρίες στο παρελθόν.

Ο συστημικός αναγωγισμός, δηλαδή η ανάληψη της λειτουργικής ευθύνης για μια ανήθικη πράξη και, συγχρόνως, η αναγωγή της στον τρόπο λειτουργίας ενός ευρύτερου «συστήματος», είναι ένας τρίτος τρόπος αντιμετώπισης. Πρόκειται για τον συνηθέστερο τρόπο ανάληψης ευθυνών από επικεφαλής επιχειρήσεων οι οποίοι, κατά την ομολογία του προέδρου του ΣΕΒ, δεν μπορούν να κάνουν διαφορετικά σε ένα διεφθαρμένο σύστημα («Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», 20/7/2008).

Ο τέταρτος τρόπος αντιμετώπισης μια ηθικής κρίσης είναι η μερίκευση οργανωσιακών ευθυνών. Ο εμπλεκόμενος οργανισμός υπερασπίζεται την ακεραιότητα των πρακτικών του, επιρρίπτοντας ευθύνες δια τυχόν ανήθικες ή αντιδεοντολογικές πράξεις σε μεμονωμένα μέλη του. Το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να αρνηθεί ότι μαύρο χρήμα από τη Ζήμενς κινήθηκε προς το μέρος του μετά την ομολογία Τσουκάτου, αρνείται όμως ότι εισέρευσε στα ταμεία του, επιρρίπτοντας ευθύνες σε μεμονωμένα στελέχη του. Οι κκ.Αλογοσκούφης και Τσιτουρίδης προσωποποίησαν τις τεράστιες ευθύνες του κομματοκρατούμενου πολιτικο-διοικητικού συστήματος διακίνησης των δομημένων ομολόγων στις «ανίδεες διοικήσεις» των συνταξιοδοτικών ταμείων (που αυτοί διόρισαν!) ή σε ελάχιστους συνεργάτες τους.

Και οι τέσσερις τακτικές αντιμετώπισης μιας ηθικής κρίσης – αποσιώπηση, άρνηση, αναγωγισμός, και μερίκευση – εδράζονται στην απόκρυψη, με ποικίλους τρόπους και σε διαφορετικό βαθμό, της ηθικής ευθύνης. Ο οργανισμός δεν αναδέχεται τις ευθύνες του, ούτε αναστοχάζεται τη συμπεριφορά του. Η κρίση θεωρείται μια προσωρινή δυσκολία δημοσίων σχέσεων (αρνητική δημοσιότητα), η οποία θα ξεπερασθεί με κατάλληλους «επικοινωνιακούς» χειρισμούς.

Μια τέτοια «επικοινωνιακή» αντιμετώπιση ενισχύεται από τον περιρρέοντα κυνισμό. Η πολιτική θεωρείται «βρώμικη» υπόθεση ούτως ή άλλως, οπότε αυτό που στην καλύτερη περίπτωση μετράει, για τους «ρεαλιστές», είναι η αποτελεσματικότητα. Διαχειρίζεται μια κυβέρνηση καλά την οικονομία; Αυξάνεται το εισόδημά μας; Αυτό μετράει. Πρόκειται για την ίδια οικονομιστική λογική που διέπει τη διαφήμιση της Ζήμενς: η ανάπτυξη κρίνεται με αποκλειστικά ποσοτικούς όρους.

Οι «ρεαλιστές» ξεχνάνε ότι η διαχείριση (είτε της οικονομίας, είτε μια επιχείρησης, είτε ενός κόμματος) ουδέποτε είναι μια απλή διαδικασία βελτιστοποίησης κάποιων μεγεθών· εμπεριέχει σκοπούς και ακολουθεί κανονιστικά κριτήρια αριστείας, χωρίς τα οποία η διαχείριση δεν είναι καν εφικτή. Η ίδια η Ζήμενς Ελλάς στον ιστοχώρο της αναφέρεται σε «υψηλά δεοντολογικά κριτήρια» που διέπουν τη συμπεριφορά των μελών της. Ως κοινότητα ελλόγων όντων δεν μπορεί να αποφύγει την αναφορά σε κριτήρια αριστείας – σε αριστοτελικές «αρετές» - που ρυθμίζουν τη λειτουργία της. Με την τακτική της αποσιώπησης, όμως, αναιρεί τον έλλογο χαρακτήρα της συμπεριφοράς της, στο μέτρο που περιορίζει το δημόσιο λόγο της στα «παραγωγικά» αποτελέσματα, εξαιρώντας την εταιρική «πράξη» - τα μέσα για την επίτευξη των αποτελεσμάτων.

Ως έλλογα όντα είναι αδύνατον να αρθούμε (ατομικά ή συλλογικά) εκτός του πεδίου της ηθικής διερώτησης, ακόμη κι αν το επιθυμούμε. Μπορούμε, βεβαίως, να αποκρύψουμε από τον εαυτό μας την ηθική βάση των δραστηριοτήτων μας (όπως κάνει η Ζήμενς και τα δύο κόμματα εξουσίας), αλλά τότε αρνούμαστε την έλλογη φύση μας, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για τις δραστηριότητές μας – λογικό αδιέξοδο. Ο οργανισμός που αποκρύπτει τις ηθικές του ευθύνες, αρνείται να θέσει στον εαυτό του το ενοχλητικό ερώτημα, που μόνον όντα με «αυτοσυνείδητη λογικότητα και δημιουργική ετερότητα», κατά την εύστοχη φράση του Χρήστου Γιανναρά, είναι αναγκασμένα να θέτουν: «πως πρέπει να ζω;». Όποιος διατείνεται ότι ενεργεί «κατά τον ορθόν λόγον» κατατρύχεται από το σωκρατικό-αριστοτελικό ερώτημα, ακόμη κι όταν το αποφεύγει.

Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή στις 9 Αυγούστου 2008

Τρίτη 5 Αυγούστου 2008

Πάλι τα ίδια!


Κάθε χρόνο χάνουμε εθνικό έδαφος, αλλά δεν το συνειδητοποιούμε. Πέρυσι κάηκαν 1,8 εκατομμύρια στρέμματα στην Πελοπόννησο. Η Πάρνηθα σχεδόν καταστράφηκε και η Ρόδος θρηνεί – 70000 στρέμματα κάηκαν φέτος. Σημειώστε ότι τα επόμενα καλοκαίρια δεν θα είναι κλιματικώς καλύτερα, με την άνοδο της θερμοκρασίας στον πλανήτη…Τα χειρότερα είναι μπροστά.

Οι φυσικές καταστροφές δεν αποφεύγονται πλήρως. Μια ορθολογική κοινωνία όμως διερωτάται συστηματικά, μέσω των οργανωμένων θεσμών της, τι μπορεί να μάθει μετά από κάθε καταστροφή έτσι ώστε να οργανωθεί ακόμη καλύτερα για να αντιμετωπίσει την επόμενη. Η ανεπάρκεια της αμερικανικής κυβέρνησης να διαχειριστεί τις συνέπειες του καταστροφικού τυφώνα «Κατρίνα» το 2005 έγινε αντικείμενο εκτεταμένης μελέτης τόσο από αρμόδιες υπηρεσίες, όσο και από ειδική επιτροπή της Γερουσίας. Η ορθολογική κοινωνία δεν υποκύπτει μοιρολατρικά στις φυσικές καταστροφές, ούτε εφευρίσκει θεωρίες συνωμοσίας για να της ερμηνεύσει· αντιθέτως, αναδέχεται τις ευθύνες της, ερευνά τις ανεπάρκειές της, και οργανώνεται καλύτερα.

Αυτό κάνει η ορθολογική κοινωνία, όχι, δυστυχώς, η Ελλαδική. Αν είδατε καμιά έγκυρη μελέτη για τις περυσινές καταστροφικές πυρκαγιές, αντίστοιχη με αυτής της αμερικανικής Γερουσίας για τον «Κατρίνα», πείτε μου και μένα. Το περυσινό μοτίβο λαθών και παραλείψεων επαναλήφθηκε και φέτος: κακός συντονισμός, απουσία συστηματικής πρόληψης και ευαισθητοποίησης των πολιτών, κακή εκτίμηση κινδύνων, έλλειψη υποδομών και πόρων. Η μη ορθολογικά οργανωμένη κοινωνία δεν μαθαίνει.

Σε πρόσφατη έκθεσή του για την πυρόπληκτη Εύβοια, ένα χρόνο μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές, ο Συνήγορος του Πολίτη κ.Γ. Καμίνης, αποφαίνεται διπλωματικά: «η περυσινή τραγική εμπειρία δεν φαίνεται να έχει αξιοποιηθεί, ώστε να ληφθούν ουσιαστικά και αποτελεσματικά μέτρα για την πρόληψη παρόμοιων καταστροφών», και απαριθμεί τι θα έπρεπε να είχε γίνει. Σε λιγότερο διπλωματική γλώσσα, ο Συνήγορος λέει στην πολιτική ηγεσία: κύριοι, ελέγχεστε για ανεπάρκεια· δεν κάνετε τη δουλειά σας καλά.

Σε μια ορθολογική χώρα μια τέτοια δημόσια μομφή θα έχει φέρει σε πολύ δύσκολη θέση τους αρμόδιους υπουργούς. Όχι όμως στη Ελλάδα. Ο υπουργός Εσωτερικών κ.Παυλόπουλος επισκέφθηκε την πυρόπληκτη Ρόδο και, με ύφος στρατηγού, δήλωσε ότι «από επιχειρησιακής πλευράς τώρα έγιναν όσα μπορούσαν ανθρωπίνως να γίνουν». Θεώρησε επιτυχία ότι «δεν θρηνήσαμε θύματα και δεν καταστράφηκαν κτιριακές εγκαταστάσεις», ενώ συνέκρινε την οικολογική καταστροφή του νησιού με την πυρκαγιά του 1987 (προσέξτε την υπόρρητη αναφορά στο επάρατο ΠΑΣΟΚ), συμπεραίνοντας ότι η τωρινή καταστροφή δεν είναι και τόσο μεγάλη όσο νομίζουμε!

Το μάθημα είναι απλό και, δυστυχώς, επαναλαμβανόμενο: η αποτελεσματικότητα του ελλαδικού κρατικού μηχανισμού είναι ευθέως ανάλογη της ποιότητας των πολιτικών τους προϊσταμένων. Η χώρα θα καίγεται, θα πλημμυρίζει, θα ρυπαίνεται, όσο ο καιροσκοπικός πολιτικαντισμός θα υπερτερεί της στρατηγικής ορθολογικότητας.

Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή στις 6 Αυγούστου 2008

Μπορούμε κι αλλιώς



Θυμάμαι μια γελοιογραφία του Ηλία Μακρή στην «Καθημερινή», μετά την ανάληψη της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων (ΟΑ) από την Ελλάδα. Το Ολυμπιακό σήμα είχε μετατραπεί γελοιογραφικά σε μια μεγάλη κούπα από την οποία έτρωγαν με χρυσά κουτάλια κάποιοι επιτήδειοι. Ο υπαινιγμός ήταν σαφής: ένα τόσο μεγάλο έργο θα εμπλακεί στη δίνη της διαφθοράς που χρονίως μαστίζει τη χώρα. Στον απόηχο του σημερινού σκανδάλου της Ζίμενς η γελοιογραφία αυτή υπήρξε προφητική. Εξέφρασε, συγχρόνως, το κυρίαρχο λογοπλαίσιο (discourse) καχυποψίας έναντι των θεσμών: η υπάρχουσα πολιτική-διοικητική νοοτροπία εγκλωβίζει οποιοδήποτε εθνικό εγχείρημα στα όριά της. Ωστόσο, για όποιον αντιλαμβάνεται τον κόσμο μη αιτιοκρατικά, το λογοπλαίσιο αυτό, ενώ δεν στερείται ευλογοφάνειας, αδυνατεί να ανιχνεύσει το νέο. Η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων από την Ελλάδα δεν ήταν μόνο η επιβεβαίωση της ελλαδικής κακοδαιμονίας (η αδυναμία μας να χειριστούμε δημόσιο χρήμα αποδοτικά και έντιμα), αλλά και η δυνατότητα να επανεφεύρουμε εν μέρει τον εαυτό μας – να χειριστούμε πρωτόγνωρα προβλήματα με νέο τρόπο. Τι εννοώ; Δουλέψαμε με αυστηρές προθεσμίες και διεκπεραιώσαμε μεγάλα δημόσια έργα υποδομής. Αλλάξαμε ως πολίτες νοοτροπία στη διάρκεια των ΟΑ, ακολουθώντας τις οδηγίες των ιθυνόντων. Και, το σημαντικότερο ίσως, η ωχαδελφική μας νοοτροπία κλονίσθηκε από το τεράστιο κύμα εθελοντισμού. Και τα τρία αυτά στοιχεία συνιστούν νέες νοοτροπίες. Ήταν υπόθεση του πολιτικού συστήματος να τις αξιοποιήσει περαιτέρω. Εγκλωβισμένο στη βαλκάνια μικρότητά του δεν το έκανε. Οι ΟΑ, όμως, μας έδειξαν ότι η αλλαγή συμπεριφορών, υπό προϋποθέσεις, είναι εφικτή, έστω και προσωρινά. Δεν είμαστε φυλακισμένοι στον ιστορικό μας εαυτό. Αυτό θεωρώ ότι ήταν το μεγάλο κέρδος των ΟΑ για τη χώρα μας.

Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή στις 3 Αυγούστου 2008

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2008

Δεν είμαστε όλοι ίδιοι!


Είμαι βέβαιος ότι σας απασχολούν σημαντικότερα θέματα, αλλά ίσως να μη σας άφηνε εντελώς αδιάφορους η είδηση ότι ο μέχρι πρότινος ανυπότακτος βουλευτής του ΛΑΟΣ κ.Κ.Αϊβαλιώτης απολύθηκε πρόσφατα από το στρατό. Ο σαραντάρης βουλευτής διέθεσε από τη ζωή του 45 ολόκληρες μέρες για να υπηρετήσει την πατρίδα! Το γεγονός αυτό δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο. Ο υποδειγματικός πατριωτισμός του κ.Αϊβαλιώτη δεν τεκμαίρεται μόνο από τη συμμετοχή του στο εθνικόφρον κόμμα με το οποίο εκλέγεται, αλλά, κυρίως, από την πιεστική ανάγκη που ένιωσε, όπως άλλωστε ο κ.Βουλγαράκης πριν από 16 περίπου χρόνια, να διακόψει την προσφορά των πολύτιμων βουλευτικών υπηρεσιών του στο Έθνος, προκειμένου να καταταγεί στο Πεζικό. Τέτοια παραδείγματα σπανίζουν!

Βέβαια, δεν ήταν ο μόνος ανυπότακτος κι αυτό δημιουργεί προβλήματα. Υπολογίζεται ότι το 20% των στρατευσίμων είναι φυγόστρατοι. Ο νομοθέτης, ωστόσο, δεν πτοείται: είναι τόσο γενναιόδωρος απέναντι στους «άξιους επιστήμονες» που χορηγεί αναβολή στην αναβολή αν ο αιτών υπηρετεί την επιστήμη και δοξάζει την Ελλάδα ανά τον κόσμο. Οι περισσότεροι «διακεκριμένοι επιστήμονες» καταλήγουν να υπηρετήσουν – αν υπηρετήσουν – την κοπιαστική θητεία του κ.Αϊβαλιώτη – 45 ημέρες! Σε τέτοιες περιπτώσεις λίγοι θα αμφέβαλλαν ότι η Συνταγματική επιταγή περί «υποχρέωσης» όλων των Ελλήνων αρρένων να «συντελούν στην άμυνα της Πατρίδας» (άρθρο 4) οφείλει να υποστεί την κατάλληλη «διασταλτική ερμηνεία», με τη νομική συνδρομή βεβαίως του πρώην προέδρου της ΟΝΝΕΔ και νυν υπουργού Παιδείας κ.Στυλιανίδη.

Το ζητούμενο κάθε φορά δεν είναι να εφαρμόζονται οι νόμοι. Αυτό μόνο «κολλημένοι» το ζητούν, άνθρωποι ανίκανοι, συνήθως, να διακρίνουν την ποιότητα και να εξαιρέσουν τους «άξιους» από τις επαχθείς κοινές υποχρεώσεις. Εμφορούμενος ακριβώς από αυτό το πνεύμα της διάκρισης των «αξίων» από τους «πολλούς», ο πρόεδρος της Βουλής κ.Σιούφας, διακεκριμένος υπερασπιστής της αξιοκρατίας, μονιμοποίησε, πριν από μερικές εβδομάδες, στην κεντρική υπηρεσία της Βουλής τους υπαλλήλους που ήταν αποσπασμένοι σε γραφεία βουλευτών. Θα ήταν όντως αναξιοπρεπές η πρώην υπερνομάρχης Αθηνών, κόρη του αείμνηστου Γ. Γεννηματά, να εργάζεται με καθεστώς «απόσπασης» από την Εθνική Τράπεζα στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ. Η πολιτεία πρέπει να τιμά τους «άξιους».

Ακόμα κι όταν οι «άξιοι» αποδεικνύονται κοινοί άνθρωποι και «αμαρτάνουν», βάζοντας χέρι λ.χ. σε παγκάρια μοναστηριών, η πολιτεία οφείλει να κατανοεί: να μεριμνά έτσι ώστε οι «πεπτωκότες» ιερωμένοι, αν δεν μπορούν να αποφύγουν την ποινή φυλάκισης, τουλάχιστον να την εκτίουν σε ειδικούς μοναστηριακούς χώρους. Δεν είναι δυνατόν να εξευτελίζεται ο Μητροπολίτης πρώην Αττικής κ.Μπεζενίτης συνωστιζόμενος στο ίδιο προαύλιο φυλακής με κοινούς φυλακισμένους. Επιτέλους, δεν είμαστε όλοι ίδιοι!



Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή στις 29 Ιουλίου 2008